Γράφει: ο
Κώστας Παπαντωνόπουλος
Κούρνια
λέγεται το σημείο που επιλέγει κάθε πτηνό άγριο ή ήμερο για να κοιμάται συνεχώς
ή και να κοιμηθεί μια νύχτα.
Τ’ άγρια
πτηνά από μόνα τους επιλέγουν που θα διανυχτερέψουν και οι επιλογές των είναι
δύο ειδών. Αυτά που είναι μόνιμα σ’ ένα τόπο όπου επιλέγουν ένα σημείο και το
βράδυ μετά την περιπλάνηση της ημέρας επιστρέφουν στο σημείο που έχουν επιλέξει
και κουρνιάζουν.
Τα δε αποδημητικά πουλιά κατά την μετακίνησή τους, αλλάζουν συνεχώς τόπο, από το απόγευμα σταματούν την μετακίνησή τους, αναζητούν τροφή και νερό και μετά το φαγητό επιλέγουν ένα σημείο όπου θα κουρνιάσουν για να περάσουν την νύχτα τους.
Τα ντόπια
άγρια πτηνά αν ένα βράδυ για οποιοδήποτε λόγο δεχθούν επίθεση ή οτιδήποτε άλλο,
αλλάζουν κούρνια.
Τα πουλιά
για ασφάλεια διαλέγουν ένα κλαδί επάνω σε δέντρο που να το "κρατάει"
δηλαδή να μην λυγίζει με το βάρος του και να έχει την δυνατότητα τα δάκτυλα με
τα νύχια του να γαντζώνονται ώστε και κοιμώμενο να κρατάει την ισορροπία του.
Τα πουλιά
δεν πέφτουν σε βαρύ ύπνο ακόμη και την νύχτα, είναι πανέτοιμα σε περίπτωση
κινδύνου να πετάξουν. Όταν είναι ζευγάρι τότε κοιμούνται εναλλάξ.
Τα σμήνη
των αγρίων πτηνών δημιουργούν μια ομάδα εξ αυτών που ονομάζονται «ιχνηλάτες»,
αυτοί το πρωί μ’ ένα ειδικό κρώξιμο τα ξυπνούν. Τ’ άγρια πτηνά (όπως προαναφέραμε)
πριν κουρνιάσουν, οι ιχνηλάτες τους, επιλέγουν το πιο ιδανικό κατ’ αυτά σημείο,
το βολιδοσκοπούν απ’ όλες τις πλευρές αν είναι ασφαλές, προστατευτικό και αν
είναι προσιτό σ’ εχθρούς, ώστε σε περίπτωση επίθεσης εναντίον τους να υπάρχει
ασφαλής τρόπος διαφυγής. Επίσης επιλέγουν πάντα να μην τα «πιάνει» ο αέρας, η
βροχή και το κρύο. Γι’ αυτούς τους λόγους πριν κουρνιάσουν παρατηρούν από
μακριά το μέρος, μεταβαίνουν εκεί που επιλέγουν και προβαίνουν σε δοκιμαστική
διαφυγή.
Αν είναι
μόνο ζευγάρι, τότε το ένα εξ αυτών φυλάει σκοπιά και παρατηρεί από κοντά κάθε
πτυχή ασφάλειας ενώ τ’ άλλο πηγαίνει και επιλέγει το ακριβές σημείο. Δεν
κουρνιάζουν πολύ κοντά το ένα με τ' άλλο σε ιδανική απόσταση για να μπορούν να
ελέγξουν τυχόν νυχτερινούς εχθρούς. Επίσης έχουν την δυνατότητα μ’ ένα γνώριμό
τους κρώξιμο να συνεννοηθούν σε περίπτωση εκδίωξης από την κούρνια την νύχτα,
να γνωρίζουν σε ποιο σημείο θα πάνε και με την δική τους φωνή συνεννοούνται αν
μετά από αυτό είναι ή αισθάνονται ασφαλή κ.λπ. Αν το ένα δεν απαντάει τότε
γνωρίζει τ’ άλλο ότι ο σύντροφος έχει πέσει θύμα. έχει πιαστεί.
Το που
κοιμούνται (κουρνιάζουν) τα μη αποδημητικά πτηνά, μπορούμε να το ελέγξουμε από
την γη, όπου εκεί εντοπίζουμε τις κοτσιλιές τους (έτσι τις λέμε εμείς και όχι
κοτσουλιές). Πολλές φορές βλέπουμε ένα μικρό σωρό κάτω από δένδρα, θάμνους,
χαγιάτια σπιτιών, κ.λπ. Ακριβώς πάνω υπάρχει το σημείο που κουρνιάζουν. Ένας
έμπειρος..., παρατηρώντας τις κοτσιλιές, μπορεί να γνωρίζει πόσες ημέρες
κούρνιασαν και πότε από το αν είναι φρέσκες ή παλιές.
Τα
εξημερωμένα πτηνά που ζουν κοντά στον άνθρωπο, οδηγούνται σε τεχνητές κούρνιες
δηλαδή στα κοτέτσια κυρίως για ασφάλεια και να μπορούν έτσι να τα ελέγχουν.
Τα κοτέτσια
είναι κατασκευές από διάφορα οικοδομικά υλικά και μέταλλα για να διαβιώνουν και να κοιμούνται τα
εξημερωμένα πτηνά ή τα άγρια εγκλωβισμένα πτερωτά όπως οι κότες, τα φαραόνια,
τα χηνιά τα παπιά, οι κύκνοι, τα παγώνια, οι φασιανοί, τα ορτύκια, οι πέρδικες
κ.ά.
Σημειώνουμε
ότι, υπάρχουν μερικά πτηνά που δεν κουρνιάζουν επάνω σε κούρνιες ή κλαδιά των
θάμνων ή των δένδρων, αλλά κοιμούνται κάτω στο έδαφος, όπως η χήνα, η πάπια, η
πέρδικα, το ορτύκι κ.ά..
Στα
κοτέτσια η παραδοσιακή κούρνια είναι ένα είδος κρεβατιού, δηλαδή μια κατασκευή
κυρίως ξύλινη πενήντα εκατοστά από το έδαφος περίπου έως και ένα μέτρο. Σ’ αυτό
το πλαίσιο τοποθετούσαν καλάμια, σανιδάκια, ή και ξυλόβεργες την μία δίπλα στην
άλλη με ένα μικρό κενό ενδιάμεσα, ώστε να μην χωράει να εισέλθουν τα πόδια των
πτηνών και εγκλωβίζονταν και να κινδυνεύουν να σπάσουν κάποιο πόδι ή να
παγιδευτούν. Το ενδιάμεσο κενό γίνεται για να πέφτουν κάτω οι κοτσιλιές και για
λόγους υγιεινής να παραμένει το πλαίσιο καθαρό. Γνωρίζουμε ότι τα πτηνά
κουτσουλίζουν κατά την ώρα της ηρεμίας τους πριν κοιμηθούν, κατά την διάρκεια της
νύχτας αλλά και μόλις ξυπνήσουν προτού ξεκινήσουν την ημέρα τους. Μέσα στο
κοτέτσι και κυρίως επάνω στην κούρνια τοποθετούσαν και τις φωλιές για να
γεννούν οι κότες τα αυγά. Όταν οι κούρνιες ήταν υπερυψωμένες τότε κατασκεύαζαν
μια μικρή σκάλα ή τοποθετούσαν πλίνθες ή πέτρες ή οτιδήποτε άλλο για να τις
διευκολύνει κυρίως κατά την ανάβαση.
Το
καλοκαίρι για ν’ αποφεύγουν τις κοτόψειρες, ή ψύλλους, ασβέστωναν ή έριχναν
σκόνη ασβέστη στο εσωτερικό του κοτετσιού. Ενώ παλαιότερα στάχτωναν τις κότες
και το κοτέτσι. Οι γυναίκες παλιά για να οδηγήσουν τις κότες στην κούρνια πριν
την ώρα τους, τους έκραζαν «κούρνι-κούρνι- κούρνια!»
Στο κοτέτσι
έχουμε τον κόκορα (πετεινό) που κάθε πρωί λαλεί για να ξυπνήσει η παρέα του,
αλλά και οι ιδιοκτήτες. Παλιά στην ύπαιθρο, τότε που δεν υπήρχαν ωρολόγια, ο
πετεινός ήταν το ξυπνητήρι της γειτονιάς.
Έλεγαν
χαρακτηριστικά:
-Σήκω δεν
ακούς τα κοκόρια;
Το κοτέτσι και ασφαλώς η κούρνια και ο εγκλωβισμός των πουλερικών ήταν ο προάγγελος της σύγχρονης επαγγελματικής ορνιθοτροφίας. Σήμερα τείνουν να χαθούν οι κούρνιες, τα πτηνά ζουν μικρά ομαδικά και κατά την ωοτοκία σε ξεχωριστούς κλωβούς σχεδόν ακίνητα, εμπρός τους φαγητό νερό και πίσω η κοτσιλιά και το αυγό.
Παροιμίες
για την κούρνια:
Η αλεπού
στο ξεκούρνιασμα χορταίνει!
Θα σε
τσακώσω στην κούρνια.
Θα σου
πάρει ο Διάβολος την κούρνια.
Κότα που
δεν πάει στην κούρνια της η αλεπού την τρώει.
Όποιος
κοιμάται κάτου από την κούρνια, κοτσιλιές γιομίζει.
Όποιος
ξενοκουρνιάει, το σπίτι του πεινάει!
Πάου να
κουρνιάσω.
Πάου στην
κούρνια μου.
Περισσότερα
πιάνεις στην κούρνια παρά στην γύρα.
Στου κερατά
το σπίτι, κουρνιάζει ο Διάβολος.
Τα μωρά
στην κούνια και τα πουλιά στην κούρνια!
Της χήρας
την κούρνια, πολλοί την ποθούνε!
Ψηλά η
κούρνια νηστικιά η αλεπού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου