Κούμανι και Αντρώνι ο θεός να σε γλυτώνει και αν περάσεις από τη Γιάρμενα θα σε ψήσουνε στα κάρβουνα και αν περάσεις από τη Δίβρη θα σε φάει το μαύρο φίδι.
Κάγκελα, σκάλες, χαγιάτια και
μπαλκόνια στην Ορεινή Ηλεία
Τα παλιά
πέτρινα κτίρια της Ορεινής Ηλείας, αποτελούν υπόδειγμα αρχιτεκτονικής, ωστόσοκάποιααπ’ αυτά έχουν αφεθεί στην μοίρα τους και
έχουν καταντήσει «γέρικα κουφάρια», που χρόνο με το χρόνο αργοπεθαίνουν,
γκρεμίζονται και κανείς από τους αρμόδιους, Δήμοι ή υπηρεσίες του Υπουργείου
Πολιτισμού, δεν ενδιαφέρονται για την τύχη τους.
Αντρώνι_το_σπίτι_του_Κάνταλου
Θα μπορούσαμε
όλοι να συμβάλλουμεατομικά
ή συλλογικά με μηδαμινό σχεδόν κόστος και παράλληλα να δώσουμε στους ιδιοκτήτες
τους να καταλάβουν, ότι τα κτίρια που διαθέτουν, εκτός από την τεράστια κατασκευαστική
αξία που έχουν, είναι σημείο αναφοράς των κατοίκων, αλλά και πόλος έλξης
επισκεπτών, πολιτισμών και εποχών.
Τα παραπάνω, εφαρμόστηκαν
κατά κάποιον τρόπο στους γειτονικούς μας νομούς, κυρίως στα χωριά της Μεσσηνίας
και έτσι διασώθηκαν αρκετά κτίρια είτε εφαρμόζοντας στην τοιχοποιία τους λεπτό
στρώμα σενάζ, είτε τοποθετώντας τσίγκους στις στέγες τους για την απομάκρυνση
της υγρασίας.
Έφυγε σήμερα
το πρωί 22.04.2018 η Γεωργία Τσούλη (Κανελλακοπούλου) χήρα του Θανάση (Τρικόκη)
,που γεννήθηκε πριν 80 χρόνια στο Αντρώνι.
Η κηδεία της
θα γίνει αύριο Δευτέρα στις 15.00 στη γενέτειρά της.
Στα παιδιά
της Κώστα, Γιάννη, Μαρία, στα αδέλφια της Παναγιώτη, Αθανασία, Αργύρη, Ευγενία
και σε όλους τους συγγενείς της εκφράζουμε τα θερμά μας συλλυπητήρια.
Η Γεωργία
ύστερα από το θάνατο του αγαπημένου της συντρόφου Θανάση, που έφυγε στις 9
Νοεμβρίου 2013, συνέχισε να λειτουργεί το καφενείο από πολύ μπονόρα, όπου ήταν
το απάγκιο για αρκετούς ηλικιωμένους συμπατριώτες, το σημείο άφιξης του
ταχυδρόμου αλλά και το πρατήριο σιγαρέτων και άρτου.
Ήταν πολύ
εργατική, καλή μάνα μια καλοσυνάτη γυναίκα που μεγαλώσαμε στη ίδια γειτονιά.
Ήταν κόρη του
Λάκη Κανελλακόπουλου - Καλιγάρη και της Μαρίας του Πιπέρη από το Κούμανι.
Θυμάμαι το γάμο
της και συγκεκριμένα το ατύχημα του αδελφού της Παναγιώτη (με το δυναμίτη) στην
εξέλιξη του γλεντιού.
Τα
παρατσούκλια που την συνόδεψαν στην ζωή της ήταν: Λίζα και Μούργα.
Η Γιωργία
ήταν αθόρυβος άνθρωπος, τόσο όσο και το περπάτημά της. Τη θυμάμαι αδύνατη, πάντα
με μαντήλι δεμένο πίσω. Για ένα διάστημα κουβαλούσε μεγάλο βάρος στις πλάτες
της, αφού πέρα από τους μεσόκοπους που είχαν στέκι για δηλωτή το καφενείο της, σε
καθημερινή βάση, έπρεπε να εκσυγχρονιστεί και να φτιάχνει και φραπέ (καφές
πολυτελείας για το χωριό εκείνη την εποχή), αφού εκεί σύχναζαν και οι νεολαίοι
του χωριού. Τη θυμάμαι να γυρίζει το καλοκαίρι μεσημεριάτικα από το θέρο
αγνώριστη,με κατάμαυρα μούτρα από τα
χερόβολα, μ´ ένα ανοιχτόχρωμο πουκάμισο του Θανάση, ν´ ανοίγει κατευθείαν το
μαγαζί και μ´ ένα σέικερ στο χέρι να ετοιμάζει καφέδες.
Ήταν Μεγάλη Παρασκευή, όταν μάθαμε ότι το ραδιενεργό νέφος (Καίσιο 137) από το πυρηνικό ατύχημα του Τσερνόμπιλ άρχισε να εισέρχεται στην Β. Ελλάδα, το πρωί της 2ας Μαΐου του 1986. Ο εφιάλτης συνέχισε να εξαπλώνεται στην Ελλάδα και το μεσημέρι του Μ. Σαββάτου 3 Μαΐου του 1986 την κάλυψε ολάκερη, με διαφορετικές εντάσεις ανά περιοχή και ώρα. Η ραδιενεργός μόλυνση εντάθηκε την Δευτέρα του Πάσχα και παρέμεινε πάνω από τη χώρα μας τουλάχιστον μέχρι την 9η Μαΐου του 1986. Εκεί κοντά στο Θεριστή, περίμενα να γεννηθεί ο Μιχάλης μου και έτρεχα σαν τρελός στα φαρμακεία και στα super market, να βρω πρώιμα γάλατα που δεν θα είχαν επηρεαστεί από το κακό που βρήκε τον τόπο. Αυτή η εξάπλωση της ραδιενέργειας δημιούργησε πολλά προβλήματα στη χώρα μας και κυρίως στη Β. Ελλάδα. Τα σημάδια αυτής της κατάρας που «θερίζει» συνεχώς, είναι σήμερα πιο έντονα σε αρκετούς από εμάς που υποφέρουμε από τη γνωστή μάστιγα που δημιούργησε η έκρηξη στο Τσερνομπίλ. Τότε ήταν που είχα αγοράσει τη δεύτερη κάμερά μου, την οποία έστησα στο μπαλκόνι του σπιτιού μου με δυνατό προβολέα που φώτιζε όλο το προαύλιο της εκκλησίας. Η πρώτη ήταν μια βουβή «SUPER 8», την είχα φέρει από την Αμερική και όλες οι ταινίες της χάθηκαν και μαζί ένα μικρό κομμάτι από την ιστορία του χωριού μας. Κάποιοι δεν είχαν προσέξει τότε ότι είχε στηθεί βίντεο, αλλά πίστευαν ότι φώτιζα την εκκλησία για τον επιτάφιο. Μεταξύ αυτών ήταν και ο μακαρίτης ο Κώστας του Παυλή που μου είπε, «ωραία ήταν η βραδιά με τα φώτα που άναψες». Το βίντεο ήταν πολύ μεγάλο καθ´ ότι η εγγραφή διήρκησε όλο το διάστημα της τελετής. Εδώ όμως, θα δείτε μερικά μόνο λεπτά από τον προαύλιο χώρο, πριν την έξοδο του επιταφίου και το μεγαλύτερο μέρος βασίζεται στην περιφορά του γύρω από την εκκλησία. Πηγαινορχόμουν τότε μέσα-έξω στην εκκλησία, διότι όπως θα θυμούνται κάποιοι «μικροί», αυτό το διάστημα ήμουν και στο ψαλτήρι. Στην ταινία φαίνονται τα τότε τσορομπίλια, οι σημερινοί σαραντάρηδες (plus) που ξεκινούσαν την ανάσταση με τα βαρελότα, από την Μ. Πέμπτη. Πρωτοστατούσε και η αφεντιά μου στα βεγγαλικά, αλλά διαφωνούσα κάθετα με το να τρομάζουμε τις γυναίκες και τα μωρά, με αποτέλεσμα να μην «ευλογάει», γυναίκα στην Ανάσταση. Επίσης έχω εκφράσει αρκετές φορές την άποψη, η Ανάσταση να γίνεται εκτός ναού, όπως σε όλη τη χώρα και τα βεγγαλικά να πέφτουν στο ρέμα. Οι παπάδες όμως και όσοι περιστρέφονται γύρω από αυτούς είχαν πάντα άλλη άποψη «για ευνόητους λόγους», όπως είπε και ένας φίλος. Όταν τον ρώτησα τι εννοείς, είπε λακωνικά: και να χαθεί η χαρά του «δίσκου»; Τα συμπεράσματα δικά σας! Είναι ευτύχημα που δεν έχουμε ακόμη κάποιο σοβαρό τραυματισμό ή κάτι χειρότερο, γιατί απλούς τραυματισμούς είχαμε. Παρατηρούμε με νοσταλγία στο βίντεο τα πειράγματα των συγχωριανών μας, διαπιστώνουμε πόσο κόσμο είχε τότε το χωριό μας και πόσα (και δεν είναι λίγα), από τα αγαπημένα μας πρόσωπα που έχουν φύγει. Καλή Λαμπρή! Κώστας Παπαντωνόπουλος Απρίλης 2018