Καταγραφή συλλογή επιμέλεια Ηλίας Τουτούνης
Ο χερόμυλος ή αλευρολίθαρο είναι ο οικιακός χειροκίνητος αλευρόμυλος όπου, μέχρι την προβιομηχανική περίοδο, άλεθαν σιτηρά για την παραγωγή αλεύρων. Η ονομασία του προήλθε από τις δύο σύνθετες λέξεις (χέρι & μύλος). Ο μύλος αυτός είναι κατασκευασμένος από ελαφρόπετρα για να μην είναι βαρύς, να μετακινείται εύκολα και να είναι ευκολόχρηστος. Είναι ένα αρχαίο οικιακό σκεύος και οι πρόγονοί μας το έλεγαν χειρομύλη, χειρομύλιον, και ήταν ένας μικρός, κυκλικο-επίπεδος, χειροκίνητος μύλος άλεσης και η γυναίκα που τον δούλευε λεγόταν αλέστρα.
Αυτό το χειροκίνητο εργαλείο αποτελούταν από δύο ανεξάρτητα λιθάρια που μοιάζουν σαν τροχοί. Βασικά τα λιθάρια είχαν πάχος περίπου 10-12 εκατοστά του μέτρου και η ακτίνα του χερόμυλου περίπου από 25 έως 30 εκατοστά. Υπήρχαν δύο ειδών μυλόπετρες οι άξεχτες ή αστεφάνωτες και οι στεφανωμένες ή ζωναριασμένες. Οι ζωναριασμένες εξωτερικά του γύρου του τροχού ήταν καλυμμένες μ’ ένα μεταλλικό στεφάνι-ζωστήρα, για να μην τσακίζονται στις άκρες.
Η τοποθέτηση του στεφανιού γινόταν με τον εξής τρόπο. Εφόσον πελέκαγαν τα λιθάρια και του έδιναν την τελική τους μορφή, τότε κατασκεύαζαν και το στεφάνι, του οποίου η περίμετρος ήταν ελάχιστα χιλιοστά μεγαλύτερο από την περιφέρεια του λιθαριού. Τότε για να μπει (φορεθεί) γύρω και να στερεωθεί καλά, ζέσταιναν το στεφάνι στην φωτιά και αυτό διαστελλόταν. Μόλις είχε πυρακτωθεί για τα καλά, το περνούσαν γύρω από το λιθάρι και μόλις πάγωνε συστελλόταν και έσφιγγε γύρω- γύρω από το λιθάρι και δεν έβγαινε.
Η επάνω πέτρα λεγόταν επιμύλιος η γαϊδούρα, η οποία είναι πιο λεπτή (από την κάτω), ενώ στο κέντρο της υπάρχει μια κυκλική τρύπα, σχήματος ανεστραμμένου κώνου η λεγόμενη αφάλι. Κοντά στην άκρη της υπάρχει άλλη τρύπα στην οποία σφηνώνεται μια ξύλινη, κατακόρυφη χειρολαβή (πίρο). Η πάνω πέτρα τοποθετείται έτσι ώστε η τρύπα που υπάρχει στο κέντρο της να μπει στον άξονα που υπάρχει στο κέντρο της κάτω. Επίσης η επάνω πέτρα είχε μια τρύπα όχι στο κέντρο αλλά προς το άκρον, μέχρι το μέσον του πάχους της, όπου εκεί προσάρμοζαν ένα χερούλι (πίρο) ως μοχλό, αυτή, λέγεται χεραγώνι ή χειρομυλόξυλο. Αυτό, οι αρχαίοι Έλληνες το έλεγαν «μύλακρον» συνήθως ήταν ξύλινο, για να περιστρέφουν το απάνου λιθάρι. Η απάνου πέτρα από το αποκάτω μέρος και κάτω από την τρύπα έχει μια πατούρα όπου εκεί στηρίζανε την χελιδόνα. Το όνομά της το χρωστάει στο σχήμα της και συγκεκριμένα στο πουλί χελιδόνι. Γιατί μοιάζει με δυο ουρές χελιδονιών, τοποθετημένες αντίθετα με το στενό μέρος στη μέση και το πλατύ στις δυο άκρες της.
Όταν θέλανε να αλέσουνε παίρνανε την απάνου πέτρα και από την τρούπα της χελιδόνας την περνάγανε στο σίδερο της από κάτου πέτρας. Η χελιδόνα είναι ένα ειδικά διαμορφωμένο ξύλο που ρεγουλάρει (ρυθμίζει) το πόσο πολύ θα σπάσουν οι κόκκοι του σταριού.Στην συνέχεια, στην τρύπα της χελιδόνας ρίχνανε με την χούφτα τους γέννημα και γυρνούσανε ρυθμικά και κυκλικά την απάνου πέτρα με το χερούλι και έτι κοβότανε το γέννημα. Λέγανε ότι όσο μεγαλύτερη περιφέρεια είχαν οι πέτρες του χερόμυλου τόσο καλύτερο αλεύρι παρήγαγαν.
Ο χειριστής, με το ένα χέρι του ρίχνει το γέννημα στην κωνική τρύπα και με το άλλο του, την περιστρέφει με τη βοήθεια της χειρολαβής. Με τη διαδικασία αυτή, οι κόκκοι του γεννήματος, πέφτουν ανάμεσα στις δυο πέτρες και συνθλίβονται.
Η κάτω πέτρα, ανάλογα με τον τεχνίτη κατασκευής και ανάλογα με το ποσό πληρωμής, κατασκευάζονταν απλή και πολλές φορές σκαφιδωτή. Στην σκαφιδωτή άλεθαν και ελιές για την παραγωγή ελαιόλαδου. Την κάτω πέτρα που χρησιμοποιούσαν για την παραγωγή ελαιόλαδου την ονόμαζαν και λαδούσα. Η περιστροφή του επάνω λιθαριού έσπαζε και έτριβε (συνέθλιβε) τους καρπούς και το αλεύρι το ωθούσε προς τα έξω.
Όσο άδειαζε η τρύπα που έριχναν το γέννημα, έριχναν νέο καρπό και τοιουτοτρόπως παρήγαγαν το αλεύρι.
Οι πέτρες έπρεπε να είναι τροχισμένες καλά για να εφάπτονται μεταξύ τους ώστε το αλεύρι να βγαίνει ψιλό και να μην περνούν χοντράδια. Οι τεχνίτες είχαν ένα εργαλείο που το έλεγαν μπίκο (εργαλείο σιδερένιο οδοντωτό ) όπου με αυτό χαράζανε την κάτω πέτρα για να γίνει λίγο τραχιά για να μπορεί να τρίβει πιο εύκολα τον καρπό. Συνήθως μετά το άλεσμα το ξανά περνούσαν από τον χερόμυλο για να βγει ακόμη πιο ψιλό.
Τα παλιά χρόνια με τον χερόμυλο αλέθανε γεννήματα δηλαδή σιτάρι, κριθάρι, ρεβύθια καλαμπόκι, για να παράγουν αλεύρι για ψωμί επίσης κουκιά για φάβα ακόμη έτριβαν αλάτι, πιπέρι κ.ά. πολλές φορές τα διπλοχειρομύλιζαν για να ζυμώσουν τα πρόσφορα.
Σήμερα όσοι έχουν τον χρησιμοποιούν για να κόβουν στάρι για μπλουγούρι και να παρασκευάζουνε γλυκό τραχανά. Επίσης για να παρασκευάσουν την χειρομυλόπιτα άλεθαν το σιτάρι μετά κοσκίνιζαν το χοντρό και έβγαζαν το χοντράλευρο. Με αυτό ζύμωναν χωρίς προζύμι μια πίτα χωρίς λάδι στο τηγάνι και την έτρωγαν ζεστή.
-«Να ’χαμε και τι να ’χαμε σαράντα αυγά σφικτά το ένα να ’ναι μελάτο και μια χειρομυλόπιτα σαν τ΄ αλωνιού τον πάτο!»
-«Σαν τη χειρομυλόπιτα θα σε τουλουπανιάσω, να σε ρουφάω, να σε φιλιώ ώσπου να σε χορτάσω!»
Οι χερόμυλοι σε όποιο σπίτι υπήρχαν, ήταν τοποθετημένοι σε κάποιο καθαρό μέρος στο ισόγειο και πάντα κοντά σε παράθυρο για να μπορεί αυτός που το χειρίζεται, να βλέπει καλά. Κυρίως τον χρησιμοποιούσαν για να παρασκευάσουν τον γλυκό τραχανά που ήταν απαραίτητος σε κάθε σπίτι, αφού προηγούνταν το ξεδιάλεγμα και το καθάρισμα και το πλύσιμο του γεννήματος. Τους χερόμυλους τους τοποθετούσαν κυρίως επάνω σε σοφράδες για να είναι πιο εύκολη η χρήση τους. Κάτω από τις μυλόπετρες έστρωναν την απαραίτητη τάβλα και επάνω μια μεσάλα ή ένα σεντόνι και άρχιζαν το άλεσμα. Τον χερόμυλο τον τοποθετούσαν πάντα σε οριζόντια θέση για να διασκορπίζεται ισομερές το αλεύρι και να μην σουρώνει προς την μια πλευρά.
Το άλεσμα με τον χερόμυλο ήταν κυρίως γυναικεία δουλειά. Όταν η αλέστρα απαλέθε το γέννημα έκανε το αποχερομύλιασμα, δηλαδή έβγαζε την απάνου πέτρα του χειρόμυλου και αφού την καθάριζε με επιμέλεια από την σκόνη του αλευριού με ένα σκουπάκι την τοποθετούσε προσεκτικά στο έδαφος. Έπειτα την καθάριζε, και την κάτω πέτρα από τα αποχόντρια, όχι τα πίτουρα αλλά, τη μικρή ποσότητα του σιταριού κλπ., που έμενε γύρω από το βρόχι του χειρόμυλου. Ο καθαρισμός επιβαλλόταν διότι τα απομεινάδια του αλευριού με την υγρασία λάσπωναν και κολλάγανε επάνω στην πέτρα. Μετά έβαζε την κάτω πέτρα στην θέση της και επάνω την άλλη και τέλος τις σκεπάζανε μ’ ένα υφαντό λεπτό πανί (χερομυλόπανο) και επάνω έβαζαν ένα βάζο με λουλούδια για να είναι όμορφο.
Η πολιτεία δεν μπορούσε να ελέγξει την κατοχή χερομύλων, αλλά έλεγχε τους κατασκευαστές και υπήρχαν ονομαστικοί κατάλογοι που έχουν πωληθεί. Όμως πάρα πολλοί κατασκεύαζαν μόνοι τους χερόμυλους και τοιουτοτρόπως η πολιτεία δεν μπορούσε να τους ελέγξει και να τους φορολογήσει. Σε περίπτωση ελέγχου όταν εύρισκαν αδήλωτο (λαθραίο) χερόμυλο στο σπίτι τότε έριχναν τα ανάλογα πρόστιμα ή και κατάσχονταν. Γι’ αυτό η κατασκευή του από ελαφρόπετρα επέτρεπε στους ιδιοκτήτες να τον κρύβουν και ν’ αλέθουν μόνο όταν είχαν ελεύθερο πεδίο.
Στην αρχαία Ελλάδα, τον χερόμυλο τον δούλευε συνήθως μια δούλη που λέγονταν αλετρίς ή αλεστρίς. Και καθώς φαίνεται οι γυναίκες αυτές πρέπει να ήσαν πολύ δυνατές και εύσωμες, αν κρίνει κανείς από τα «Λυρικά Αδέσποτα» (έκδοση Berg) που μιλούν για μια παχυσκελή αλετρίδα. Δηλαδή, μια δούλη με παχιά και χοντρά σκέλη, που άλεθε το σιτάρι στο χειρόμυλο. Αξίζει να σημειωθεί ακόμη, όπως γράφει ο Αριστοφάνης (425 π.Χ.) στη Λυσιστράτη, 642, ότι:
Στην αρχαία Αθήνα, οι νεαρές ευγενείς Αθηναίες άλεθαν στους χερόμυλους αλλά και παρασκεύαζαν οι ίδιες τα λεγόμενα πλακούντια ή πόπανα, δηλαδή πίτες παρασκευασμένες από χοντραλεσμένο σιταριού, τις οποίες πρόσφεραν στους θεούς τους κατά τις θυσίες.
Σήμερα οι χειρόμυλοι έχουν εγκαταλειφθεί, λίγοι έχουν διασωθεί και διακοσμούν μουσεία ιδιωτικές συλλογές αλλά και Διάφορα καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος. Σε κάποια παλιά καταγραφή μου, καθώς δούλευε ο χερόμυλος με το χαρακτηριστικό σιγανό τρίξιμο της μυλόπετρας, γρουτς - γρουτς - γρουτς…. επίσης και αυτή η μυρωδιά του φρασκαλεσμένου σιταριού, μου έχουν αφήσει αναμνήσεις που νομίζω ότι δεν πρόκειται να ξανά ζήσω.
Τραγούδι:
Τον έρμο μου τον χερόμυλο, ολημερίς κινάου,
με πιάνει το παράπονο και μόνη μου μιλάου!
Βρέχει βρέχει και χιονίζει κι ο παπάς χερομυλίζει
να μου φκιάσει μια κουλούρα σαν τα αλώνι του Μασούρα
Παροιμίες για τον χερόμυλο:
-Ας χερομυλίζει η γριά κι ας γουρλίζει ο γέρος!
-Η χήρα και ο χερόμυλος, θέλουνε νυχτοδούλι!
-Κάλλιο ούλη μέρα στο βουνό, παρά χερόμυλο και αργαλειό!
-Ο δρόμος και ο χερόμυλος αμέλεια δεν θέλουν.
-Ο κακός χερόμυλος ούτε κοκορόβι δεν αλέθει!
-Ο νοικοκύρης χεραλέθει και η κυρά του γνέθει!
-Όποιος έχει βάσανα χερόμυλο δουλεύει!
-Όσο τρίβει το γέννημα ο χερόμυλος, τόσο τρώγεται από πάνου του!
Κατάρα:
Μπααα… που να σε χερομυλιάσουνε!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου