Η αφορμή για τη συγγραφή του παρόντος άρθρου προέρχεται αρχικά από τη
δημοσίευση εδώ του ονόματος του αγωνιστή Παρασκευά Παπαπέτρου, στις 19 Ιούνη
του 2013 με τίτλο «Καραλής Γιανάκης». Το παραπάνω άρθρο είδε ο φίλος της σελίδας,
Θανάσης Παπαπέτρου και μου ζήτησε να διερευνήσω το ρυθμό του τραγουδιού, «Καλάήσουν Μπουλούμπαση…». Ύστερα και από τη σύμφωνη γνώμη του λαογράφου Ηλία
Τουτούνη, καταλήξαμε, ότι, το τραγούδι είναι πολύ πιθανόν να είναι της τάβλας. Στη συνέχεια, ο κ. Θανάσης Παπαπέτρου μου
προσκόμισε περισσότερα στοιχεία αλλά και το βιβλίο, «Το οικογενειακό δένδρο των
Παπαπετραίων» συμπληρωμένο από έρευνα του ιδίου. Κάποια στοιχεία συνέλεξα επίσης
από τον φίλο, Μιχαλάκη Παπαπέτρου και τη μητέρα του, τη θειά Πανάγιο ή Παγκαλίνα
(Παναγούλια) από το Βαλτεσινίκο Αρκαδίας που όπως ισχυρίζονται, η καταγωγή των
Παπαπετραίων προέρχεται από την Κοινότητα Κράψης Ιωαννίνων. Ίσως ο γενάρχης Παπαπέτρου να λιποτάχτησε και
αυτός από την αυλή του Αλή Πασά, στις αρχές του 1800 μαζί με πολλούς άλλους πολεμιστές
που μετοίκισαν τότε στην Πελοπόννησο.
Κώστας Παπαντωνόπουλος
Κώστας Παπαντωνόπουλος
Ο Παρασκευάς Παπαπέτρου γεννήθηκε στη Βάχλια Γορτυνίας το
1794 και ήταν γιός του ιερέας παπα-Πέτρου που τον αποκαλούσαν Τσαούση. Ο
πατέρας του ήταν ένας πλούσιος Άρχοντας και Προεστός – Πρόκριτος της Γορτυνίας,
που είχε μεγάλη επιρροή στην περιοχή του. Ο παπα- Πέτρος είχε δύο γιούς και δύο
κόρες. Τον Παρασκευά Τσαουσάκη, τον
Γιώργη Κάρρη, την Βασιλική και την Μαρία.
Τα πρώτα του γράμματα τα έμαθε από τον Μαγουλιανίτη δάσκαλο Αγάπιο,
στη συνέχεια εδιδάχθηκε από το Βυτιναίο Παρθένιο και από άλλους διδάσκοντες τότε
τα ελληνικά γράμματα. Επειδή όμως ήταν από τη φύση του πολύ ζωηρός, ευερέθιστος
και γενικά σκληρού χαρακτήρα και επειδή ο πατέρας του φοβούμενος την τιμωρία
του από τις τουρκικές αρχές, αποφάσισε να τον στείλει στη Ρωσία. Εσυνιθίζετο
τότε να φεύγουν πολλοί νέοι για να βρουν καλύτερη τύχη στη Ρωσία.
Έτσι το 1813 ο Παρασκευάς με πολλούς Πελοποννησίους νέους
βρέθηκε στην Βαρσοβία, να δουλεύει για τον Έλληνα έμπορα Μαριόπουλο. Εκεί έμαθε
για το σκοπό και την προπαρασκευή της Φιλικής Εταιρίας και αμέσως έφυγε για την Οδησσό, προκειμένου
να μυηθεί στα μυστήριά της. Γνωρίσθηκε με τον μεγαλέμπορο Αβρόσιο και με
μυστική διαταγή των αδελφών της Φιλικής Εταιρίας, επέστρεψε στην πατρίδα για να
συμβάλει στην προετοιμασία της Επανάστασης
όπως προκύπτει από την επιστολή του Αλέξανδρου Υψηλάντη.[1]
Στην Ελλάδα ο Παρασκευάς κατά την εθνική του δράση,
ονομάσθηκε «ΤΣΑΟΥΣΑΚΟΣ» που σήμαινε γιός του Τσαούση. Με την προσωπική του
ακτινοβολία αλλά και την βοήθεια των συγγενών του, συνέβαλε αποτελεσματικά στον ξεσηκωμό κατά των Τούρκων στην περιοχή
του. Είχε αναπτύξει σχέσεις και στενούς συγγενικούς δεσμούς με τους
Διβριτσιώτες συμπολεμιστές του, είχε δηλαδή λάβει για σύζυγό του την αδελφή του
Σπύρου Ηλιόπουλου ή Μπετηχαβά. Είχε δε παντρέψει την αδελφή του με τον Σπήλιο
Αναγνωστόπουλο ή Χελωνάρη. Την άλλη
αδελφή του τη Μαρία την πάντρεψε με τον Φάρση από την Στρέζοβα με τους οποίους
πολέμησε σ’ όλη τη διάρκεια του αγώνα. Τον
βοήθησε παράλληλα η επιρροή και η
οικονομική επιφάνεια του πατέρα του αλλά και ο ιδιόκτητος πολεμικός πύργος.
Μυημένος πλέον στη φιλική εταιρία, έδιωξε τις τούρκικες
αρχές από την περιοχή του αφού πρώτα στρατολόγισε, όπλισε με τα όπλα της εποχής
(γιαταγάνια και καριοφύλια) τα παλληκάρια που τον ακολούθησαν και παράλληλα φρόντισε
για τη διατροφή των οικογενειών τους.
Γεώργιος Παπαπετρόπουλος δικηγ. Πύργου βουλευτής Αρκαδίας |
Σε μια από τις αρχικές μάχες στο Κακό-Λαγκάδι Βάχλιας
αναφέρεται και το παρακάτω κλέφτικο δημοτικό τραγούδι:
Καλά ήσουν Μπουλούμπαση μες στο Μοναστηράκι[2]
Και γλένταγες και τα ’πινες με τον Αλή Φαρμάκη
Τι γύρευες τι χάλευες στις Βάχλιας[3] τα
κονάκια
που κει ‘ναι ασκέρια Ελληνικά παιδιά του Παπαπέτρου
Μετά τις τοπικές εκαθαρίσεις από τους τούρκους και την
σύμπτηξή τους στην Τριπολιττσά, ο Παρασκευάς συνεργάστηκε στενά όχι μόνο με
τους Γορτύνιους οπλαρχιγούς, το Βαχλαίο Χρήστο Βαχλιώτη, τους Διβριτσιώτες
Χελωνάρη Μπετηχαβά κ.α., τον Κοντοβαζαινίτη, Ασημακόπουλο, τους Βελημαχίτες
Αποσκίτες και Καραλήδες, τους Στασινόπουλους του Βιζικίου, τους Ραχιώτες
Καπογιανναίους και λοιπούς που πρώτοι κινήθηκαν στα όπλα, τους Καλαβρυτινούς
Καπεταναίους, Σωτήρη Χαραλάμπη, Θεοχαρόπουλο και Σουλιώτη που εξουσίαζαν τα
τμήματα Καστάνας και Χασίων, τους Πετιμεζαίους και Ζαϊμιδες. Επίσης, με τον
Ασημάκη Φωτήλα που είχε επιρροή στην περιοχή του Λειβαρτζίου, ανέβηκαν στα
Αρκαδικά βουνά και πολέμησαν μαζί με τους λοιπούς αρχηγούς των όπλων στο πλευρό
των Δεληγιάννη, Κολοκοτρώνη, Πλαπούτα κλπ.
Έλαβε μέρος στις μάχες Πουσίου-Λάλα, Τρικόρφων, Γράνας
Βαλτετσίου, Αλωνίστενας, Δερβενακίων, πολιορκίας Τριπολιτσάς, Μεσολογγίου κλπ.,
με αποκορύφωμα το Ναυαρίνο που γράφηκε ο επίλογος της επανάστασης και έλαμψε ο
ήλιος της Λευτεριάς.
Το νεοσύστατο
ελληνικό κράτος, έναντι των δαπανών που είχε διαθέσει κατά τη διάρκεια της
επανάστασης, παραχώρησε στον Παρασκευά Παπαπέτρου, εξήντα στρέμματα ποτιστικά
μεταξύ Κομμένο Γεφύρη, Συριάμου, Ποδογαράς και άλλες ξερικές εκτάσεις στην
Κερπινή όπως και άλλα προνόμια, Δεκάτη κλπ.
Οι αγώνες και η Εθνική δράση του οπλαρχηγού πριν και κατά
την διάρκεια της επανάστασης χρόνων, είναι ιστορικά βεβαιωμένα. Εκτός του
Ταπίου[4]
που αναφέρονται λεπτομερώς οι τίτλοι των τσιφλικιών, αναφέρονται και σε όλες
τις εκδόσεις των αγωνιστών του 21 και στα απομνημονεύματά τους. Κανέλος
Δεληγιάννης, ΙΙ τόμος, περιγραφή των Αξιωματικών, Περαμεριάς. Φωτάκος, Βίοι
Πελοποννησίων ανδρών, Κανδηλώρος κλπ.
Η παράδοση διατηρεί τον θρύλο για τον Παρασκευά, ότι είχε το
τίμιο ξύλο διότι ενώ πολεμούσε ακάλυπτος και η φουστανέλα του ήταν διάτρητη από
τα φουσέκια, δεν είχε ποτέ τραυματισθεί.
Ο Παρασκευάς του παπα-Πέτρου που γεννήθηκε το 1794 στη
Βάχλια παντρεύτηκε την Διρβιτσιώτισσα Βασιλική του Σπύρου Ηλιόπουλου-Μπετιχαβά
και απόχτησε πέντε αγόρια και δύο κορίτσια. Τον Πέτρο, τον Θοδωράκη, τον
Ανδρέα, τον Αριστείδη και τον Λεωνίδα.
Κάποιοι από τους απόγονους του Παπαπέτρου από την
αποκατάσταση του κράτους και εντεύθεν, γράφονται Παπαπετρόπουλο.
Απόγονοι του Παπαπέτρου στο Βαλτεσινίκο Αρκαδίας
|
[1] ΓΡΑΜΜΑ ΤΟΥ ΥΨΗΛΑΝΤΗ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΦΙΛΙΚΟ
ΠΑΡΑΣΚΕΥΑ
Ευγενέστατε
άρχοντα Παρασκευά, χαίρεται.
Ο καιρός
των μεγάλων ελπίδων μας έφθασεν, η ώρα εγγίζει, καθ’ ην έκαστος ενθυμούμενος
τας ενόρκους υποσχέσεις του πρέπει με
ευπείθειαν να τρέξει εις εκτέλεσιν των ιερών χρεών του.
Μακάριοι
όσοι ευρεθώσιν έτοιμοι, όταν η προκλητική σάλπιγξ της πατρίδος ηχήσει.
Στέφανοι
αμάραντοι τους προσμένουσι, τα ονόματα αυτών αθάνατα θέλουσι διαμείνει, και οι
επόμενοι αιώνες θέλουσι τους αναφέρει ως σωτήρες του Ελληνικού γένους.
Ας
μιμιθώμεν λοιπόν τους ενδόξους ημών προπάτορας. Ας απορρίψωμεν πάσαν
εχθρόπάθειαν και μνησικακίαν, και αγκαλιασθώμεν με αγάπην αδελφικήν την
ομόνοιαν! Ναι, αδελφέ αγαπητέ! Την ομόνοιαν ας αγκαλιασθώμεν! Αυτή είναι η ψυχή
της ευδαιμονίας πάσης κοινωνίας.
Αυτή
μόνη δύναται και ημάς να σώση χωρίς δε αυτήν όλοι οι άλλοι αγώνες μας θέλουσιν
είσθαι μάταιοι και περιττοί.
Κυττάξατε
τους λαμπρούς προπάτορας σας Αριστείδην και Θεμιστοκλήν.
Κυττάξατε
τούτους τους Ελευθερωτάς της Ελλάδος τους άλλοτε αντιζήλους, τι έκαμαν, όταν η
πατρίς των επαπειλείτο από τελείαν φθοράν.
Ναι,
αδελφέ, ο αυτός και μεγαλύτερος ακόμη κίνδυνος επαπειλεί και σήμερον την φίλην
πατρίδα μας. Ο επικείμενος αγών θέλει αποφασίσει υπέρ της σωτηρίας, ή του
ολέθρου της Ελλάδος.
Εάν
λοιπόν θέλωμεν να σωθώμεν· εάν θέλωμεν να ίδωμεν την πατρίδα μας ελευθέραν από
τας ατίμους αλύσους, ας ενισχύω μεν αλλήλους με αδελφικήν αγάπην και
ειλικρίνειαν, λέγοντες τους σωτηριώδεις εκείνους του Αριστείδου λόγους:
«Θεμίστοκλες!
Ας αφήσω μεν κατά μέρος την ματαίαν και παιδαριώδη ημών έχθραν, και ας
αρχίσωμεν άλλην καλήν και σωτήριον φιλονεικίαν, αμιλλώμενοι προς αλλήλους υπέρ
της σωτηρίας της Ελλάδος, συ μεν εξουσιάζων και στρατηγών, εγώ δε υπακούων και
συμβουλεύων».
Εν
Οδυσσώ τη 30 Σεπτεμβρίου 1820.
Αξέξανδρος
Υψηλάντης
[2] Μοναστηράκι: Ορεινό χωριό της Γορτυνίας κοντά στην
Κοντοβάζαινα και στο Βούτση, χτισμένο σε υψόμετρο 600 μ.
[3]
Βάχλια: Ορεινό γορτυνιακό χωριό χτισμένο αμφιθεατρικά σε πλαγιά, πάνω από μια
ρεματιά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου