Το σκυλοκρέμμυδο, κρεμμύδα ή μπότσικα, σκίλλα η σχινοκέφαλος, (Scilla maritima ή urginea maritima): Είναι ένα γνωστό και συνηθισμένο φυτό στην Ελλάδα. Φυτρώνει κυρίως σε αγρούς, δάση και βράχια και μοιάζει με μεγάλο κρεμμύδι. Τα φυτοφάγα ζώα δεν το τρώγουν διότι έχει πικρή γεύση και περιέχει δηλητήριο, το οποίο μπορεί από μια απλή επαφή να προκαλέσει δερματικό ερεθισμό. Δεν χρήζει ιδιαίτερης καλλιέργειας και φροντίδας, διότι έχει μεγάλη ανθεκτικότητα σε οποιαδήποτε κλιματολογική συνθήκη που επικρατεί στις παραμεσόγειους χώρες. Έχει την δυνατότητα ακόμη κι αν το ξεριζώσεις τελείως από τη γη και να το κρεμάσεις, δεν παύει ν’ αναπτύσσεται κανονικά και να βγάζει νέα φύλλα, ακόμη και άνθη.
Το Σκυλοκρέμμυδο, είναι η Σκίλλη των Αρχαίων, οι νεότεροι Έλληνες κατά τόπους του έχουν αποδώσει διαφορετικές ονομασίες. Στα νησιά του Αιγαίου το ονόμαζαν κουβαρόσκιλλα ή αρχιδόσκιλλα, στην Σύρο κρεμμυδόσκιλλα, στην Αίγινα- Λακωνία και Πάρο ασκέλλα, στην Κρήτη ασκυλλλητούρα, στην Κεφαλλονιά ασκικονάρα, ασκιλλοκάρα, αγιοβασιλίτσα και κουτσούνα, στην Ηλεία και στην Αρκαδία μποτσίκι ή γυφτοκρέμμυδο και στην Αιτωλία βασιλοκουτσούνα
Το φυτό αυτό φύεται σχεδόν σ’ ολόκληρη την Ελλάδα, φυτρώνει ανάμεσα στους βράχους, κάτω από τους θάμνους και στις πλαγιές των αγρών.
Θεραπευτικές ιδιότητες.
Ο βολβός του θεραπεύει τους έρπητες (λειχήνες)
Έκοβαν ένα κομμάτι από τον βολβό και έτριβαν μ’ αυτό το σημείο του δέρματος που έπασχε, αφού προηγουμένως το χάραζαν για ν’ απορροφήσει ευκολότερα τον χυμό. Τοιουτοτρόπως εξαφανίζονταν εντελώς οι έρπητες.
Επίσης στο σκυλοκρέμμυδο αποδίδουν την ιδιότητα να διατηρεί τα δόντια καθαρά, γερά και λευκά. Τρίβοντας τα δόντια με τον βολβό.
Λαογραφία.
Στην χώρα μας που οι δεισιδαιμονίες περισσεύουν λέγεται ότι για ν’ αποφεύγεις το κακό όταν ιδείς να φυτρώνει σκυλοκρέμμυδο να γονατίσεις και να δαγκώσεις το φυλλαράκι που προβάλλει από το χώμα, που είναι άσπρο με μαύρες βούλες. Ο λαός πιστεύει ότι αυτή τη μεγάλη ζωτική του δύναμη μπορεί να τη μεταδώσει σε έμψυχα και άψυχα, γι' αυτό την πρωτοχρονιά κρεμούν σκυλοκρέμμυδο στα σπίτια τους.
Το σκυλοκρέμμυδο είναι συνηθισμένο φυτό που μοιάζει με μεγάλο κρεμμύδι, το αναφέρουν σχεδόν όλοι οι αρχαίοι συγγραφείς σαν φυτό ιστορικό, μαγικό, θεραπευτικό συνδεδεμένο με την γονιμότητα. Στην αρχαία Αρκαδία το χρησιμοποιούσαν στην λατρεία του Πάνα για να βοηθήσει στην γονιμότητα της Γης και ν’ απωθήσει μακριά τις κακόβουλες δυνάμεις. Λέγεται ότι για να εξαγνίσεις ένα χώρο αρκεί να κάνεις ένα γύρω κρατώντας μια αγριοκρεμμύδα.
Τα ζώα δεν το τρώνε και ο χυμός του προκαλεί δερματίτιδα αν έρθει σε επαφή με το δέρμα. Γενικά η κρεμμύδα ακόμα και όταν βγαίνει απ' τη γη, δεν παύει να βγάζει νέα φύλλα και άνθη. Ο λαός, πιστεύει ότι αυτή τη μεγάλη ζωτικής της δύναμη η κρεμμύδα δύναται να τη μεταδώσει σε έμψυχα και άψυχα γι' αυτό τον λόγο την πρωτοχρονιά συνηθίζεται να κρεμούν την κρεμμύδα στα σπίτια τους και την φυλάνε όλο το χρόνο για προστασία καλή τύχη και υγεία. Πρόκειται για ένα πανάρχαιο έθιμο καλοτυχίας και υγείας που αναφέρεται ήδη από τον 6ον αιώνα π.Χ. Αναφέρεται ότι και ο ίδιος ο Πυθαγόρας κρεμούσε την κρεμμύδα μπροστά από την πόρτα του σαν αλεξιφάρμακο. Ο λαός πιστεύει ότι αυτή τη μεγάλη ζωτική του δύναμη μπορεί να τη μεταδώσει σε έμψυχα και άψυχα, Πρόκειται για αρχαίο έθιμο καλοτυχίας γι' αυτό την πρωτοχρονιά κρεμούν σκυλοκρέμμυδο στα σπίτια τους, σήμερα είναι ένα έθιμο που τείνει να εγκαταλειφθεί
Άλλες ιδιότητες.
Θεραπεία:
Παλιά κατά την παράδοση, λέγεται όταν κάποιος άνθρωπος είχε τρέμουλο, έλειωναν σκυλοκρέμμυδο το ανακάτευαν με λάδι και με κοπανισμένους σπόρους σιναπιού και έκαναν εντριβές στον ασθενή, λέγοντας την φράση: «Κρεμμύδι σκυλοκρέμμυδο, σινάπι και λίγο λάδι και στο καλό το τρέμουλο, προτού να ’ρθεί το βράδυ!». Και τοιουτοτρόπως του περνούσε το τρέμουλο.
Για τους κοριούς. Στούμπισε σκυλοκρέμμυδο και ανακάτωσε το με ξύδι, άλειψε το κρεβάτι με ένα σφουγγάρι να ψοφήσουν.
Κουνούπια. Αν πάρεις ένα μποτσίκι και το κοπανίσεις στο γουδί με λίγο λάδι και λίγο ρετσίνι και φύλλο ευκαλύπτου και το απλώσεις στον γύρω χώρο, απωθεί τα ενοχλητικά έντομα και κυρίως τα κουνούπια κατά τους θερινούς μήνες .
Για τα ποντίκια. Στούμπισε σκυλοκρέμμυδο με ρίγανη και δυόσμο και ρίξε μέσα στο χώρο που έχει ποντίκια, την άλλη ημέρα, τα ποντίκια θα έχουν εγκαταλείψει τον χώρο και δεν επιστρέφουν πάλι.
Βαφική υφασμάτων: Οι κόκκινες φλούδες του σκιλοκρέμμυδου μας δίνουν χρώμα πορτοκαλί, αρκετά ζωηρό. Τις μουσκεύουν στο νερό τέσσερις έως πέντε ημέρες και μετά τις βράζουν με λίγη στυπτηρία. Αν θέλουν να πετύχουν ωραίο κόκκινο χρώμα προσθέτουν και ένα κουταλάκι κρεμέζι.
Λεξιλόγιο, ονοματολόγιο:
Κρεμέζι, το = τουρκική λέξη, κόκκινη χρωστική ουσία που παράγεται από τα αβγά του εντόμου κέρμης[1].
Μποτσικοκέφαλος, ο = αυτός που έχει μεγάλο κεφάλι.
Μπουτσικάκης = επώνυμο στην Ηλεία.
Μπούτσικα, η = η γίδα που έχει δυο ζωνάρια κοκκινωπά στο πρόσωπο.
Μπότσικας Κολοκοτρώνης= γιος του Δήμου Κολοκοτρώνη, έλαβε το όνομα Μπότσικας, διότι είχε δαχτυλιδένια μέση και μεγάλα οπίσθια και έμοιαζε σαν το μποτσίκι.
Μπότσα ή μποτσόνι, = επιτραπέζιος οινοδόχος σε σχήμα σκιλοκρέμμυδου (μποτσικού).
Μπότσαρης, Μπότσας Μποτσαράκης, Μποτσαρίδης, Μποτσώνης, Μποτσωνάκης, = λέγεται ότι στους Μποτσαραίους κόλλησε το όνομα λόγω της στενής μέσης και των υπέρογκων οπισθίων.
[1] Το κιννάβαρι, όπως ήταν γνωστό στο εμπόριο της Μεσογείου, προέρχεται από ένα έντομο υμενόπτερο, που λέγεται κέρμης. Ο κέρμης, μεγαλώνει σε μια μικρή βελανιδιά (ilex coccigera), παρόμοια με τον κέρμη της Αμερικής που μεγαλώνει πάνω στην αγριοσυκιά . Κέρμης επίσης είναι η γνωστή χρωστική ουσία, το κοινώς λεγόμενο κρεμέζι, που παράγει ο κέρμης ο βαφικός. Η βελανιδιά πάνω στην οποία ευδοκιμεί ο κέρμης, φύτρωνε σε αφθονία στον τόπο μας Το κρεμέζι γίνεται από το αυγό, που περνώντας στη φάση της νύφης τρυπάει το κέλυφος και παίρνει σφαιρικό σχήμα. Δεν τρώει τα φύλλα, αλλά τα γλύφει με τη μικρή του προβοσκίδα. Το θηλυκό γεννάει τ’ αυγά του το καλοκαίρι, και παίρνει τη μορφή ενός κουβαριού, σαν φούσκα, Τ’ αυγά έχουν ένα χρώμα ανοικτό κόκκινο. Το κρύο αναγκάζει το έντομο να προτιμάει πιο μαλακό κλίμα. Την άνοιξη γίνεται η συγκομιδή, από γυναίκες που το ξεκολλάνε με τα νύχια τους την αυγή, γιατί τότε ξεκολλάνε ευκολότερα. Ποτίζουν τους κέρμητες με ξύδι, για να σκοτώσουν τα αρσενικά ,που θα πετούσαν από τ’ αυγά παίρνοντας μαζί τους τη χρωστική ουσία. Στεγνώνονται οι κέρμητες και τρίβονται σε ένα σακί, μέχρι να γίνου γυαλιστεροί και να πάρουν τη μορφή του κουκουλιού. Από το κουκούλι αυτό βγαίνει σε κόκκους η κοκκινωπή σκόνη που ονομάζεται άλυκο κόκκινο.
«…Η περιοχή της Λιβαδειάς που εκτείνεται έξ ως επτά λεύγες γύρω από την ομώνυμη πόλη, παράγει κατά μέσο όρο, 6.000 οκάδες κρεμέζι το χρόνο. Απ’ αυτή 2.000 οκάδες καταναλώνονται στα υφαντουργία του τόπου και εξάγουν τις 4.000 οκάδες στη Γαλλία και στην Ιταλία. Η οκά πουλιέται 6 και 7 πιάστρα. Η τιμή αυτή μας δείχνει πως το κρεμέζι αποφέρει κάθε χρόνο στη Λιβαδειά 25 ως 30.000 πιάστρα….».
Όπως αναφέρει ο Μπωζούρ, οι κάτοικοι της Μασσαλίας μεταπωλούν το κρεμέζι στους Τυνήσιους, που το μεταχειρίζονται για να βάφουν τα φέσια. Το χρώμα τους «είναι όμορφο και σταθερό και αυτό μας κάνει να λυπόμαστε γιατί οι βαφείς μας δεν χρησιμοποιούν πια το κρεμέζι…».
(Κυριάκου Σιμόπουλου «Ξένοι ταξιδιώτες στην Ελλάδα», Αθήνα 1999
Πηγή: www.antroni.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου