Μέχρι την δεκαετία του ’60 το αλάτι, που κυκλοφορούσε στο μονοπώλιο 1*, όπως παράγονταν από τις αλυκές, ήταν σε χοντρή μορφή σαν χαλίκια μεσαίου μεγέθους, από σπαστήρα αδρανών υλικών. Για να τρίψουν το χοντράλατο ή την αλατόπετρα, χρησιμοποιούσαν κυρίως την ντριβέλα ή ντριβάλα.
Η ντριβάλα αποτελούταν από δύο πέτρες. Η βασική ήταν μια μεγάλη πέτρινη πλάκα λεία στρογγυλή ή τετράγωνη ή και με ακανόνιστες διαστάσεις. Επάνω σ’ αυτή την πλάκα υπήρχε το στρουμπολίθι 2*, στουμπολίθι, κοκώνα, μπομπόλι ή και ντριβάλι. Αυτό ήταν μια στρογγυλή κυρίως ποταμόπετρα σφυρηλατημένη ή και φυσικής στρογγυλής μορφής σαν βόλι κανονιού. Επίσης για στρουμπολίθια χρησιμοποιούσαν και μεταλλικές ή πέτρινες μπάλες από κανόνια.
Επάνω στην πλάκα (βάση) τοποθετούσαν το αλάτι διάσπαρτο ή οτιδήποτε άλλο προϊόν ήθελαν να τρίψουν και κυλώντας το στρουμπολίθι με τα χέρια τους και πιέζοντάς αυτό, το έτριβαν. Τοποθετούσαν το ένα ή και τα δύο χέρια και κυλούσαν ρυθμικά το στρουμπολίθι αριστερά δεξιά, εμπρός πίσω ή και κυκλικά, επάνω στην επιφάνεια της πλάκας κοντά στο κέντρο της και περιφερειακά.
Κατά την διαδικασία του τριψίματος, το προϊόν που έτριβαν, όπως είναι φυσικό, διέφευγε προς τις εξωτερικές άκρες της ντριβάλας. Όταν έφθανε στην άκρη, σταματούσαν το τρίψιμο και το μάζευαν πάλι στο κέντρο της για να μην διαφύγει από την πλάκα και σκορπίσει κάτω. Όσο πιο βαρύ ήταν το στρουμπολίθι, τόσο πιο εύκολα έτριβε το προϊόν.
Μετά το πέρας της εργασίας, μάζευαν το τριμμένο αλάτι και για να φύγει η πάσπαλη (σκόνη) 3* έπλεναν με αρκετό νερό την πλάκα (ντριβάλα) και το στρουμπολίθι.
Το αλάτι ήταν δυσεύρετο και μετά το τρίψιμο, επειδή αναδίνει δηλαδή νερώνει (μαλακώνει λόγω της υγρασίας), τα παλιά τα χρόνια το σακούλι (τουλουπάνι) με τ’ αλάτι το κρέμαγαν στην άκρη του τζακιού, για να βαστάει στεγνό από την ζέστη, να μη χαλάει από το νότισμα δηλαδή την υγρασία.
Λέγανε οι παλαιότεροι ότι στα μαύρα χρόνια της κατοχής και του Εμφυλίου πολέμου, από τους μαυραγορίτες αγόραζαν το χοντράλατο βρώμικο γεμάτο με χώματα και ξένα υλικά. Τότε οι γυναίκες το έβαζαν μέσα σε μια λεκάνη και με γρήγορες κινήσεις έπλεναν τις πέτρες του αλατιού με νερό και αφού καθάριζε το έβαναν επάνω σ’ ένα πανί στον ήλιο αρκετές ώρες, για να στεγνώσει καλά γρήγορα προτού λιώσει από την υγρασία. Μετά το πλύσιμο το αλάτι έλαμπε σαν πετράδι 4*.
Μικρός θυμάμαι που το έτριβαν με γυάλινη μπουκάλα, γεμάτη νερό και με βιδωμένο το καπάκι, επάνω σε σανίδα ή στα ξύλινα τραπέζια. Την μπουκάλα την τύλιγαν μ’ ένα πανί, για να μην γλιστράει και έτριβαν το αλάτι. Το τριμμένο αλάτι το χρησιμοποιούσαν για τα φαγητά, το τυρί, τις μυζήθρες, για το πάστωμα του χοιρινού κρέατος κ.ά.
Επίσης επειδή πολλοί δεν είχαν την κάτω πέτρα αντί αυτής χρησιμοποιούσαν το ξύλινο σκαφίδι. Έτσι έριχναν μέσα το αλάτι και με το στρουμπολίθι το έτριβαν. Ακόμη οι αγγειοπλάστες κατασκεύαζαν μεγάλες λεκάνες σαν τεράστια πιάτα πολύ χοντρές και μέσα σ’ αυτές με το στρουμπολίθι έτριβαν τα προϊόντα τους. Σημειωτέον ότι πρώτα τοποθετούσαν ένα τουλουπάνι έπειτα επάνω το προϊόν και στη συνέχεια το έτριβαν. Η τεχνική αυτή ήταν για να μην τρίβει το κεραμικό και να προστατεύεται από το τουλουπάνι. Η κοίλη λεκάνη έχει την ιδιότητα να μαζεύει στο κέντρο το προϊόν και να μην απλώνεται προς το εξωτερικό της μέρος όπως στην πλάκα.
Επίσης όπου δεν υπήρχε ντριβάλα, τότε έβαζαν σ’ ένα πανί το αλάτι, το τύλιγαν και το στούμπαγαν με μια πέτρα επάνω σε κάποια άλλη. Η τοποθέτηση στο πανί ήταν για να μην σκορπάει κατά ο στούμπημα.
Την ντριβάλα την χρησιμοποιούσαν και οι οικοδόμοι για την παρασκευή κουρασανιού. Με αυτήν έτριβαν, τα κεραμίδια, τα όστρακα, τα τσόφλια των αυγών, κάρβουνα και την πέτρα του ασβέστη.
Επίσης με τις ντριβάλες έτριβαν και την μπαρούτη κατά την παρασκευή της, πριν και κατά την επανάσταση του 1821, στα σπίτια τους. Την ντριβάλα την χρησιμοποιούσαν και για το τρίψιμο της αλογόπετρας ή χαλκού (βορδιγάλειος πολτός), για μίξη με τον ασβέστη, για το ράντισμα των φυτών και την βαφή των τοίχων. Επίσης η ντριβάλα χρησιμοποιούταν και για το σπάσιμο του σταριού για την παρασκευή του μπλουγουριού και για το τρίψιμο των μπαχαρικών.
Σε ορισμένα χωριά υπήρχαν δημόσιες ντριβάλες, όπου εκεί στην πλατεία ή στην ρούγα του χωριού πήγαινε η κάθε γυναίκα και έτριβε το αλάτι της.
Παλιά, πάντα κατά μαρτυρία, στο χωριό Λαγανά Πηνείας υπήρχε ένας ονόματι Βιτάκης που έκανε εμπόριο στρουμπολίθια. Αυτός έψαχνε και εύρισκε στρογγυλές στρουμπολίθια, διαφόρων διαστάσεων στο ποτάμι, τα φόρτωνε στο άλογο και κατέβαινε στον κάμπο και στα πανηγύρια και τις πωλούσε.
Επίσης, έχω την πληροφορία ότι στην Δίβρη υπήρχε κάποιος που διαμόρφωνε (λάξευε) στρογγυλές πέτρες για στρουμπολίθια. Από το επάγγελμα έλαβε και το όνομά του. Ειδικοί μαστόροι ντριβαλάδες ήσαν αυτοί που επαγγελματικά έτριβαν το κεραμίδι, το κάρβουνο, τα όστρακα τα τσόφλια των αυγών για την παρασκευή του κουρασανίου.
Για το αλάτι χρησιμοποιούσαν ντριβάλες μεγάλου μεγέθους, ενώ για τα μπαχαρικά μικρότερα. Παλιός κτίστης μου ανέφερε ότι υπήρχαν τεράστια ντριβάλες και στρουμπολίθια για το τρίψιμο των οστράκων, των κεραμιδιών του κάρβουνου κ.λπ.
Η ντριβάλα χρησιμοποιήθηκε και ως εργαλείο βασανιστηρίων: Έχω μαρτυρία όπου σε ορεινό χωριό της Ηλείας, κατά τον τελευταίο Εμφύλιο πόλεμο, όπου άνδρας επιδεικτικά έσπασε τα χέρια (παλάμες) του αντιπάλου του, επάνω στην ντριβάλα με το στρουμπολίθι. Επίσης δε χωριό της Αρκαδίας παλιά κάποιος κατά την ώρα κάποιου καυγά, με θυμό άρπαξε το στρουμπολίθι και κτυπώντας με δύναμη, έλιωσε το κεφάλι του συγχωριανού του.
Έχω καταγράψει ένα μικρό τετράστιχο τραγουδάκι που το έλεγαν κατά την ώρα που ντριβάλιζαν. Λέγεται ότι ήτα παιδικό τραγούδι, γιατί το τραγουδούσαν τα παιδιά όταν έπαιζαν με λάσπες και κατασκεύαζαν στρογγυλούς σβώλους από λάσπη, καθώς το έπλαθαν έλεγαν και αυτό το τραγουδάκι:
«Ντρίβα –ντρίβα, ντριβαλίζω,
τ’ αλατάκι μου τσακίζω,
για να ’ρίνω στο φαΐ μου
και στο άσπρο το τυρί μου!»
Απειλή: «Ά ρε ντριβάλα που θες, να σου πω εγώ!»
Τις εποχές της μεγάλης φτώχειας και πείνας, σε ερώτηση τι μαγειρεύεις: Απαντούσαν «Στρουμπολίθια!»
Λεξιλόγιο:
Αποντρίβαλα, τα = η ψιλή- ψιλή σκόνη από το τρίψιμο ενός προϊόντος.
Ντράβαλα =φασαρίες.
Ντριβάλα, η = τοποθεσία στο χωριό Μπισχίνι Ζαχάρως Ηλείας.
Ντριβαλόπετρα, η = η στρογγυλή πέτρα της ντριβάλας το στρουμπολίθι.
Ντριβάλω, η = η χοντρή και δυσκίνητη γυναίκα.
Ντριβέλι, το = η στεναχώρια, το αδιέξοδο, η αβεβαιότητα.
Ντριβελιάστηκα, = φορτώθηκα στεναχώριες.
Στούμπος, = ο αντούβιανος άνθρωπος, ο χοντροκομμένος ο δυσκίνητος.
Στουμπολίθι, το = ήταν μια ολοστρόγγυλη μεγάλη πέτρα που την χρησιμοποιούσαν για να τρίβουν, να στουμπίζουν. Το λένε και στρουμπολίθι διότι ήταν στρογγυλό.
Παροιμίες και παροιμιώδεις εκφράσεις:
-Με τρώει το ντριβέλι!
-Μήτε έννοια, μήτε ντριβέλι!
-Ο μεθυσμένος κι ο μουρλός απάνου στα ντριβάλια χορεύουν!
-Όποιος έχει ντριβέλι στο μυαλό, κάνει τον γιατρό καλό!
-Όποιος με τα ποδάρια ντριβαλίσει, τα κόκκαλά του ’θελά τσακίσει!
-Όσο κλώθει η νύφη, τόσο ντριβαλιάζει η γριά το στάρι!
-Τα κοπέλια δεν έχουνε ντριβέλια!
Ονοματολόγιο: Στην Ελλάδα απαντάμε τα επώνυμα Ντριβάλας, Δριβάλας, Δριβέλας, Ντριβέλας, Ντριβελόπουλος, Ντριβαλίδης, Κόκωνας, Κοκώνης,
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
*Tο μονοπώλιο διέθετε αλάτι, πετρέλαιο και σπίρτα. Στις αρχές της δεκαετίας του 1980, όταν ανακοινώθηκε ότι θα καταργηθούν τα μονοπώλια, στα απομακρυσμένα χωριά φοβούμενοι ότι πλέον δεν θα βρίσκουν αλάτι, πήγαιναν στα μονοπώλια και αγόραζαν μεγάλες ποσότητες για να μην ξεμείνουν.
2*Στρουμπολίθια αφθονούν στην δημόσια κοινοτική οδό από Πανόπουλο Λασιώνος Ηλείας προς το χωριό Κακοτάρι, στα πρανή του δρόμου πριν φθάσουμε στην γέφυρα, του Πηνειού ποταμού.
3* Στου παππού μου την ντριβάλα, είχε μάθει το άλογό του και πήγαινε και έγλειφε τα απομεινάρια του αλατιού.
4* Κατά την γόμωση των φυσιγγίων για να εκφοβίσουν κάποιον άνθρωπο ή ζώο, χρησιμοποιούσαν αλάτι χοντρό αντί για βόλια, για να τραυματίσουν ελαφρά και να τσούζει η πληγή χωρίς βέβαια να προξενήσουν σοβαρούς τραυματισμούς.
Σχόλιο στο fb από Κώστα Παπαντωνόπουλο, που για κάποιον τρόπο διαγράφηκε μαζί και το άρθρο:
Και να θέλω να αγιάσω…
έρχεται ο Τουτούνης με το άρθρο του να μου «ξύσει τις πληγές».
Ένα τέτοιο πολύ μεγάλο στρουμπουλολιθι μου έκλεψε η ξαδέρφη μου το οποίο θα βρισκόταν σήμερα στο Λαογραφικό μας Μουσείο.
Φαντάζομαι εγώ τώρα… ύστερα από χρόνια ότι ίσως κάποιοι από σας τους νέους να το δείτε να στολίζει το σπίτι των απογόνων της ξαδέλφης οι οποίοι θα κορδώνονται κιόλας για την μάνα τους.
Το στρουμπουλολίθι αυτό έχει μεγάλο συναισθηματική αξία, το χρησιμοποιούσε η Πλιέγκενα αλλά προσέξτε…, προέρχεται από το Κούμανι αλλά όχι από την οικογένεια του Μπούκη καθότι η ίδια (όπως έχω ξαναγράψει) έφυγε από το πατρικό της με το βρακί που φορούσε.
Αυτά για την ώρα, εδώ είμαστε και θα επανέλθω στις ημέρες και τα έργα της παραπάνω οικογένειας.
Και μια κουβέντα για το άρθρο:
Μπράβο Ηλία μου πολύ καλή δουλειά όπως πάντα.
Θα στολίσει και την ιστοσελίδα μας βεβαίως-βεβαίως!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Το «Κούμανι και Αντρώνι» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός είναι ελεύθερος.
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam.