Σάββατο 4 Ιουλίου 2020

Η Μεγάλη Δίβρη της επαρχίας Αγίου Ηλία στο πρώτο οθωμανικό φορολογικό κατάστιχο της Πελοποννήσου, ΤΤ10-1/14662 (1460-1463)


Γεώργιος Κ. Λιακόπουλος[1]
Η Πελοπόννησος, με εξαίρεση τους βενετικούς θύλακες της Μεθώνης, της Κορώνης, της Μονεμβασίας, του Άργους και του Ναυπλίου, κατακτήθηκε από τους Οθωμανούς με την εκστρατεία του σουλτάνου Μωάμεθ Β΄ το 1460. Πρώτο μέλημά τους υπήρξε η εγκατάσταση διοίκησης και φρουρών στην νεοκατακτηθείσα περιοχή και η καταγραφή και το μοίρασμα των φοροπροσόδων της με τη μορφή τιμαρίων στους τιμαριώτες σπαχήδες. Τα στοιχεία της πρώτης αυτής απογραφής συγκεντρώθηκαν στο υπό εξέταση κατάστιχο ΤΤ10-1/14662. Πρόκειται για ένα αναλυτικό φορολογικό κατάστιχο (mufaṣṣal taḥrir defteri/defter-i ḫaḳanī) 284 σελίδων. Σώζεται διασπασμένο σε δύο τμήματα: (α) ΤΤ10 στα Πρωθυπουργικά Οθωμανικά Αρχεία της Κωνσταντινούπολης και (β) 1/14662 στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Βουλγαρίας, Αγ. Κύριλλος και Μεθόδιος, Σόφια. Δυστυχώς το χειρόγραφο δεν σώζεται ακέραιο· μεταξύ των σελίδων που λείπουν είναι και οι πρώτες, που θα έφεραν, ως είθισται, τη σουλτανική υπογραφή, το όνομα του απογραφέα, την ημερομηνία σύνταξης και το νομικό κώδικα (ḳānūnnāme) για τη φορολόγηση της Πελοποννήσου. Από παλαιογραφικά στοιχεία, δηλαδή το είδος γραφής tevḳiʿ και το υδατογράφημα του χαρτιού, τεκμαίρεται ότι πρόκειται για έγγραφο του 15ου αιώνα. Το κατάστιχο σημειώνει πως ο κυβερνήτης του Μοριά ήταν ο Sinān Beg bin Elvān Beg,[2] ο οποίος σύμφωνα με οθωμανικά χρονικά κράτησε αυτή τη θέση μεταξύ των ετών 1460-1463. Το γεγονός ότι το Άργος, που παραδόθηκε στον οθωμανικό στρατό το 1463, δεν καταγράφεται και το ότι τριάντα οκτώ κάστρα που στη λίστα του Stefano Magno είχαν κατακτηθεί από τους Βενετούς το 1463 σημειώνονται ως υπόχρεα φόρου στους Οθωμανούς μας οδηγεί στη χρονολόγηση του κατάστιχου στα έτη 1460-1463, δίχως να είμαστε σε θέση να προτείνουμε με ασφάλεια πιο συγκεκριμένη ημερομηνία.
Τα οθωμανικά φορολογικά κατάστιχα κατέγραφαν τις φορολογήσιμες πληθυσμιακές μονάδες: εστίες/νοικοκυριά (ḫāne), εργένηδες (mücerred) και χήρες (bīve), εφόσον αυτές διατελούσαν αρχηγοί εστιών, και, κατόπιν, αναλυτικά τις φοροπροσόδους κάθε οικισμού. Πρέπει εξ αρχής να σημειώσουμε ότι αυτές οι καταστιχώσεις δεν αποτελούν πληθυσμιακές απογραφές και δεν πρέπει να εξετάζονται ως τέτοιες. Ωστόσο, η σύγκρισή τους με άλλες σύγχρονες πηγές μπορεί να δώσει πιο στέρεες βάσεις για την εξαγωγή συμπερασμάτων. Στο όνομα κάθε τιμαριώτη αναγράφεται η επαρχία (nāḥiyyet) και οι οικισμοί (ḳarye) των οποίων την φοροπρόσοδο λαμβάνει αντί ετήσιου μισθού για τις στρατιωτικές υποχρεώσεις του προς το κράτος. Η αναλυτική κατάσταση των αρχηγών των εστιών κάθε οικισμού ακολουθείται από το συνολικό φόρο που βαραίνει τον οικισμό και από τον επιμερισμό του σε κάθε φορολογήσιμη εργασία.
Η εικόνα που μας δίνει το ΤΤ10-1/14662 είναι αυτή της ύστερης βυζαντινής Πελοποννήσου, καθώς συντάχθηκε την επαύριον της οθωμανικής κατάκτησης. Ενδεικτική είναι η έλλειψη μουσουλμανικού ή τουρκικού πληθυσμού, εκτός βεβαίως από τη στρατιωτική τάξη των τιμαριωτών. Το σύνολο του φόρου που υποχρεούνταν να αποδίδουν ετησίως οι επαρχίες που καταγράφονται στο σωζόμενο τμήμα του κατάστιχου ανέρχεται σε 1.187.112 ακτσέδες ή περίπου 27.932 χρυσά δουκάτα. Όλοι οι υπολογισμοί γίνονται σε ακτσέδες, το ασημένιο οθωμανικό νόμισμα (ἄσπρον, asper). Στη συγκεκριμένη χρονική στιγμή η αναφορά γίνεται πιθανότατα στον ακτσέ που κόπηκε στο νομισματοκοπείο των Σερρών το 1460-1461 με επίσημο βάρος 0.952gr και ισοτιμία με το βενετικό δουκάτο 42-43:1.

Ο Οθωμανός γραφέας (kātib, il yazıcısı), πιθανότατα με τη συνοδεία ενός βοηθού που γνώριζε την κατά τόπους γλώσσα, επισκεπτόταν έναν προς έναν τους οικισμούς κάθε επαρχίας και κατέγραφε όλους τους κατοίκους με φοροδοτική υποχρέωση σύμφωνα με το σύστημα που αναφέρθηκε. Η ανθρωπωνυμική αξία αυτών των κατάστιχων είναι σπουδαία. Στα κατάστιχα που συντάχθηκαν αμέσως μετά την οθωμανική κατάκτηση μιας βυζαντινής χώρας τα άτομα καταγράφονται με το όνομα και το επώνυμό τους, δηλαδή σύμφωνα με τον βυζαντινό τρόπο. Αντίθετα, σε μεταγενέστερα κατάστιχα ο τύπος καταγραφής είναι: τάδε γιος του τάδε (π.χ. Yorgi veled-i Petros). Στο υπό εξέταση έγγραφο ο συντάκτης φαίνεται πως σημείωσε με ιδιαίτερη προσοχή τα ελληνικά ονόματα καθώς χρησιμοποιεί γράμματα της Αραβικής για να αποδώσει φθόγγους της Ελληνικής που απουσιάζουν από την Τουρκική Τα ελληνικά ονόματα καταγράφηκαν όπως τα άκουσε ο γραφέας, ένα στοιχείο ιδιαίτερα χρήσιμο για τους γλωσσολόγους στην προσπάθεια ανασύστασης της υστερομεσαιωνικής προφοράς. Σε πολλές περιπτώσεις τα ονόματα, αναγκαστικά, υπέστησαν τροποποιήσεις, ώστε να εναρμονιστούν με την τουρκική φωνητική.
Το σωζόμενο τμήμα του κατάστιχου ακολουθεί την εξής γεωγραφική οργάνωση: η Πελοπόννησος χωρίζεται σε δεκαεπτά επαρχίες. Συνήθως κάθε επαρχία ξεκινά με την απογραφή της πρωτεύουσάς της (nefs-i x). Εκτός από οικισμούς σημειώνονται και καλλιεργήσιμες γαίες (mezraʿa). Στο τέλος της λίστας των οικισμών υπολογίζεται ο συνολικός μισθός του τιμαριώτη, από τους οικισμούς που νέμεται. Με την ίδια λογική καταγράφονται και οι υπόλοιποι τιμαριώτες, ώσπου να ολοκληρωθεί η απογραφή της επαρχίας.
Η Μεγάλη Δίβρη (Miġali Ẕivri, σημ. Λάμπεια) απογράφεται στην επαρχία του Αγίου Ηλία. Ανήκε στο ζεαμέτι του Paşa Yiğit veled-i Ḳaragöz Beg bin Yuvan (αλβανικής ή σλαβικής καταγωγής), αξίας 66.415 ακτσέδων με 22 χωριά.
Σημειώνονται τα ονόματα εκατόν ενός αρχηγών εστιών, δεκαοκτώ άγαμων ενήλικων ανδρών και δύο χηρών:
Δημήτρης Περδικάρης, Γιάννης Περδικάρης, Βασίλης Περδικάρης, Θόδωρος Τσιρίνας, Θεοτόκης Περδικάρης, Γιάννης Περδικάρης, Δημήτρης Μπιτσίκουλος, Νικόλας Περδικάρης, Γιάννης Τσιρίνας, Γιάννης Κουρής, Μανώλης Βασιλάκης, Γιάννης Μαυρόπουλος, Δημήτρης αδελφός του, Παπαγιάννης Μαυρόπουλος, Γιώργης Γούμενος, Μιχάλης Στατικόπουλος, Ακίνδυνος Μαυρηγιάννης, Παπαανδρέας Κουρούστας, Γιώργης Δώνης, Δημήτρης Δώνης, Αθανάσιος Δημητρίτσης, Κώστας Σουλιμάς, Νικόλας αδελφός του, Κοσμάς Λουτσιτός, Γιάννης Ρανδωνάς, Νικόλας αδελφός του, Γιώργης Καργιάνας, Θεοτόκης Πετρόπουλος, Γιάννης Φούσκαρης, Γιάννης Σιμιδούλας, Θόδωρος αδελφός του, Μιχάλης Ράφτης, Δημήτρης Δαξόπουλος, Δημήτρης Φάλτσας, Γιάννης Εξαρχόπουλος, Γιάννης Ανδρόπουλος, Μιχάλης Χάρκας, Γιάννης υιός του, Γιάννης Μοναγρίδας, Δημήτρης αδελφός του, Γιάννης Λάζαρος, Γιώργης Λάζαρος, Γιάννης αδελφός του, Κώστας Στράζης, Νικόλας αδελφός του, Θεοτόκης Ανδρόπουλος, Γιάννης Λάζαρος, Νικόλας αδελφός του, Βασίλης αδελφός του, Αλέξης αδελφός τους, Βασίλης Σουλιμάς, Δημήτρης Αναστάσης, Μιχάλης Καλογηράς, Θόδωρος Γεωργόπουλος, Γιάννης Γεωργόπουλος, Νικόλας Γεωργόπουλος, Σταμάτης Παπαγεωργόπουλος, Γιώργης Καλογηράς, Θόδωρος Καλογηράς, Γιώργης Δραγοβίτης, Νικόλας Μιχαλίτσης, Δημήτρης αδελφός του, Βασίλης Δραγοβίτης, Μιχάλης Αθανασόπουλος, Γιάννης Αθανασόπουλος, Σταμάτης Αθανασόπουλος, Γιώργης Παύλος, Γιώργης Πρωτοπαπαδόπουλος, Θόδωρος Περιστερίτσης, Ανδρέας Νομικόπουλος, Κώστας Μοναγρίδας, Μαστρογιάννης Μοναγρίδας, Κώστας Πρωτόπαπας, Γιάννης Αθανασόπουλος, Μανώλης Καλογηράς, Θόδωρος Σιμίδουλος, Γιάννης Σουγλής, Νικόλας Πάτρας, Θόδωρος αδελφός του, Σταμάτης Εξαρχόπουλος, Νικόλας Πλατίνδρος, Γιάννης Κακούτσης, Κώστας Κατσιπόδης, Νικόλας Ρανδωνάς, Δημήτρης αδελφός του, Νικόλας Πρωτοδικόπουλος, Ανδρώνης Αθανάσιος, Γιάννης Γυμνοσοφιστής, Παπαδημήτρης Μοναγρίδας, Βασίλης Στράζης, Μιχάλης υιός του, Κοσμάς Λοντζίνος, Γιάννης Ρανδωνάς, Νικόλας αδελφός του, Στάθης Μεταξάς, Δημήτρης Παπασιμόπουλος, Γιάννης Χαράρας, Χαρτοφύλακας Μερκούρης, Διάκος Τσαβιάς, Θόδωρος Γαβρίλης, Θόδωρος Πετρόπουλος· άγαμοι: Θόδωρος Περδικάρης, Κώστας Καργιάνας, Πέτρος Πετρόπουλος, Θόδωρος Δαξόπουλος, Θεοτόκης Φάλτζας, Μανώλης Μοναγρίδας, Δημήτρης Λάζαρος, Δημήτρης αδελφός του Γιώργη Λαζάρου, Δημήτρης Νικόλας, Στάθης Παπασιμόπουλος, Σταμάτης Γεωργόπουλος, Νικόλας Καλογηράς, Θόδωρος Μοναγρίδας, Κώστας Αθανασόπουλος, Γιώργης Τυροζούμης, Θόδωρος Κακατήρας, Γιάννης Αγήρης, Νικόλας Ποδοχτύπος· χήρες: Θοδώρα σύζυγος του Νικόλα, Άντρω σύζυγος του Σχολαριά.
Εστίες: 101, άγαμοι: 18, χήρες: 2
Φοροπρόσοδος: 10787, σπέντζα: 2987, τιμαριωτικά αμπέλια: στρέμματα 3 [φόρος] 720, τιμαριωτικές μουριές: ρίζες 115 [φόρος] 350, τιμαριωτικά οπωροφόρα δέντρα: ρίζες 15 [φόρος] 30, δεκάτη αμπελιών: 1980, δεκάτη σιταριού: 3000, δεκάτη κριθαριού: 458, δεκάτη ακατέργαστου μεταξιού: 644, δεκάτη φρούτων: 58, φόρος γάμου: 100, φόρος κρασιού: 170, δεκάτη λιναριού: 200, ιδιοκτησία του Παπαγεωργόπουλου στο προαναφερθέν χωριό: μύλος 1 φόρος 30, ιδιοκτησία του Κώστα Κατσιπόδη στο προαναφερθέν χωριό: μύλος 1 φόρος 30, ιδιοκτησία του Παπαδημήτρη στο προαναφερθέν χωριό: μύλος 1 φόρος 30.[3]
Η επαρχία του Αγίου Ηλία είναι πέμπτη στη σειρά μεγέθους αποδιδόμενου φόρου στην Πελοπόννησο με 75.920 ακτσέδες και δεύτερη σε φοροδοτική ικανότητα κατοίκων με μέσο όρο 111,81 ακτσέδων/οικογένεια (εάν εξαιρέσουμε τον Μυστρά, όπου απογράφεται μόνο το χωριό Βρίνικο με ιχθυοκαλλιέργειες αξίας 800 ακτσέδων).
Η Δίβρη είναι μια κωμόπολη με 103 οικογένειες, πέντε φορές μεγαλύτερη από τον πελοποννησιακό μέσο όρο των 20,84 οικογενειών/οικισμό. Ανήκει στο 10% των ελληνικών οικισμών άνω των 100 εστιών (16 πόλεις). Εφόσον δεχθούμε τον συντελεστή πέντε ατόμων ανά οικογένεια και τεσσάρων ανά οικογένεια χηρών, ο συνολικός της πληθυσμός υπολογίζεται, με κάθε επιφύλαξη, σε 531 άτομα. Οι κάτοικοί της είναι σχετικά εύποροι με φοροδοτική ικανότητα 104,73 ακτσέδων/οικογένεια, μεγαλύτερης του μέσου όρου της Πελοποννήσου (92,79). Αποδίδει τον τρίτο μεγαλύτερο φόρο στην επαρχία της. Τέλος πρέπει να σημειώσουμε ότι είναι χαρακτηριστικό δείγμα του βασικού οικιστικού μοντέλου της Πελοποννήσου των μέσων του δεκάτου πέμπτου αιώνα, δηλαδή της ως επί το πλείστον τειχισμένης κωμόπολης ή πόλης, που ανάγεται στη φραγκο-βυζαντινή εποχή. Τα μεγάλα τιμάρια ιδρύθηκαν γύρω από τέτοιες οχυρές θέσεις.
[1]Το παρόν κείμενο αποτελεί την περίληψη της ομότιτλης εισήγησης που έγινε στη Δίβρη, την 22α Αυγούστου 2015, στα πλαίσια ημερίδας του Πνευματικού Κέντρου Δίβρης. Επιθυμώ από αυτήν τη θέση να εκφράσω εγκάρδιες ευχαριστίες στον πρόεδρο, κύριο Σωτήρη Σωτηρόπουλο, για την ευγενική του πρόσκληση και τη φιλοξενία. Τα στοιχεία που παρατίθενται έχουν αντληθεί από το υπό έκδοση έργο Georgios C. Liakopoulos, A Study of the Early Ottoman Peloponnese in the Light of an Annotated editio princeps of the TT10-1/14662 Ottoman Taxation Cadastre (ca. 1460-1463) (London: Royal Asiatic Society, İstanbul: Tarih Vakfı).
[2] TT10, σ. 76.

[3] 1/14662, σσ. 58-59.

Πηγή: www.antroni.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Το «Κούμανι και Αντρώνι» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός είναι ελεύθερος.
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam.